Πορτογαλία: Νέος νόμος για τα ταξί, με ρυθμιστικές διατάξεις για «εποχικά τιμολόγια» και διαθεσιμότητα οχημάτων μεταξύ όμορων δήμων
Οι οργανώσεις του κλάδου των ταξί στην Πορτογαλία χαρακτηρίζουν σημαντική τη δημοσίευση του νομοθετικού διατάγματος που θεσπίζει το νέο καθεστώς για τη μεταφορά επιβατών με ταξί, το οποίο τέθηκε σε ισχύ στις αρχές Νοεμβρίου, αλλά περιμένουν τις επιμέρους ρυθμίσεις για να εκτιμήσουν τις επιπτώσεις του για τους επαγγελματίες και τους χρήστες της υπηρεσίας.
«Αυτό που περιλαμβάνει το νομοθετικό διάταγμα είναι λίγο πολύ αυτό που είχε εγκριθεί από την ομάδα εργασίας που συστάθηκε το 2020», δήλωσε ο πρόεδρος της Εθνικής Ένωσης Οδικών Μεταφορέων Ελαφρών Αυτοκινήτων (ANTRAL), Φλορένσιο ντε Αλμέιδα, προσθέτοντας ότι ο νόμος, ο οποίος «θα έπρεπε να είχε δημοσιευθεί εδώ και πολύ καιρό», έχει «κάποια πλεονεκτήματα, αλλά λιγότερα από αυτά που ανέμενε ο κλάδος, συμβάλλει όμως στη βελτίωση του τομέα».
«Είναι ένα πολύ σημαντικό εργαλείο, είναι ένας νόμος που ανοίγει την πόρτα στον τομέα να οργανωθεί και να ανταποκριθεί με έναν πιο αποτελεσματικό τρόπο στις ανάγκες του πληθυσμού», δήλωσε ο Κάρλος Ράμος, της Πορτογαλικής Ομοσπονδίας Ταξί (FPT), ενώ εξακολουθεί να θεωρεί ότι χρειάζεται «μια πιο επισταμένη ανάγνωση» του νόμου.
Οι δύο οργανώσεις που εκπροσωπούν τον κλάδο συμφωνούν επίσης για την ιδιαίτερη σημασία ενός από τα μέτρα του νομοθετικού διατάγματος 101/2023, το οποίο εγκρίνει το νομικό καθεστώς για τη δημόσια υπηρεσία μεταφοράς επιβατών με ταξί και επαναφέρει την επικαιροποιημένη έννοια της καταλληλότητας ως μία από τις βασικές προϋποθέσεις για την άσκηση της δραστηριότητας. Ήταν μια από τις προϋποθέσεις που είχε καταργηθεί και τώρα επανέρχεται: η καλή φήμη: οποιοσδήποτε μπορούσε να γίνει επιχειρηματίας ταξί, δεν χρειαζόταν να αποδείξει την αξιοπιστία του. «Με τον νέο νόμο, αν θέλεις να γίνεις επιχειρηματίας ταξί πρέπει να αποδείξεις ότι είσαι οικονομικά ικανός και ότι είσαι κατάλληλος για τη δουλειά, κάτι που επίσης προσδίδει κύρος και βελτιώνει την εικόνα του τομέα», δήλωσε ο Ράμος.
Σύμφωνα με τον Φλορένσιο ντε Αλμέιδα, η απαίτηση καταλληλότητας «είχε καταργηθεί όχι γιατί το ζήτησε ο κλάδος, αλλά το Ινστιτούτο Κινητικότητας και Μεταφορών». Ο πρόεδρος της ANTRAL χαιρετίζει την επαναφορά της απαίτησης στο νομοθετικό διάταγμα, «επειδή υπάρχουν άνθρωποι που διευθύνουν εταιρείες ταξί οι οποίοι δεν είναι κατάλληλοι. Αν έχουμε καταρτισμένους και αξιόπιστους ανθρώπους, αυτό θα είναι πάντα καλύτερο από ακατάλληλους ανθρώπους, όπως σε κάθε δραστηριότητα, και ακόμη περισσότερο σε αυτή, διότι ασκούμε μια δραστηριότητα στην οποία ο επιβάτης είναι συνήθως πάντα ανυπεράσπιστος», επισήμανε.
Ο ίδιος βλέπει με καλό μάτι και τη δημιουργία διαδημοτικών ποσοστώσεων: «Δεν μπορούμε να είμαστε καθηλωμένοι όπως ήμασταν, η αγορά έχει ανοίξει και πρέπει κι εμείς να ανοίξουμε, να προσαρμόσουμε την προσφορά στη ζήτηση, γιατί υπάρχουν περιοχές με πολύ λίγα ταξί και άλλες με πάρα πολλά. Με αυτόν τον τρόπο, αν συνεργαστούμε όλοι μαζί, ο τομέας θα είναι πιο κερδοφόρος και ο επιβάτης θα πληρώνει πολύ λιγότερα. Έχουμε έναν γενικό νόμο που είναι ο ίδιος για όλη τη χώρα, αλλά, επειδή η χώρα δεν είναι όλη ίδια, μπορούμε πλέον να διεκδικήσουμε μέτρα για συγκεκριμένες περιοχές, λαμβάνοντας υπόψη τις εδαφικές ιδιαιτερότητες, αλλά και τις ανάγκες των ανθρώπων», δήλωσε ο πρόεδρος της FPT.
Ο Κάρλος Ράμος σημείωσε ότι η δυνατότητα δημιουργίας διαδημοτικών περιοχών εξυπηρέτησης, μέσω «τριών ή τεσσάρων όμορων δήμων», σε δήμους με διαφορετική διαθεσιμότητα οχημάτων, θα καταστήσει δυνατή τη «δημιουργία μιας διαδημοτικής υπηρεσίας, με την οποία θα διευρύνεται η περιοχή δραστηριότητας των ταξί και οι κάτοικοι θα έχουν επίσης έναν μεγαλύτερο στόλο οχημάτων για να καλύψουν τις ανάγκες τους».
Όσον αφορά τις τιμές, οι οποίες θα ρυθμιστούν εντός του έτους από την Αρχή Κινητικότητας και Μεταφορών, ο επικεφαλής της FPT επισήμανε ότι θα μπορούσαν να λύσουν το πρόβλημα των περιοχών στις οποίες σε ορισμένες περιόδους του έτους η προσφορά είναι πολλαπλάσια της ζήτησης, γεγονός που αναγκάζει ορισμένους επαγγελματίες να κάνουν εκπτώσεις στις υπηρεσίες τους, κινδυνεύοντας με κυρώσεις. Υπό αυτή την έννοια, τα «εποχικά τιμολόγια» θα μπορούσαν να καταστήσουν δυνατή «την πώληση της υπηρεσίας φθηνότερα σε μια συγκεκριμένη εποχή του έτους απ’ ό,τι σε εθνικό επίπεδο και το αντίστροφο», υποστήριξε. «Όμως, θα πρέπει να περιμένουμε ρυθμίσεις για τους ειδικούς ή τους εποχικούς ναύλους, καθώς και τα κόμιστρα για τουριστικές διαδρομές, στις οποίες σήμερα κυριαρχούν τα τουκ-τουκ», τόνισε.
Ο νέος νόμος ορίζει ότι οι υπηρεσίες μεταφοράς με ταξί «μπορούν επίσης να διατίθενται μέσω ειδικών εφαρμογών υπηρεσιών ή πλατφορμών που συγκεντρώνουν άλλες υπηρεσίες κινητικότητας και μεταφορών, υπό την προϋπόθεση ότι οι δραστηριότητες είναι δεόντως διαχωρισμένες».
Ο Αλμέιδα τόνισε ότι τα ταξί μπορούν ήδη να εγγράφονται σε ψηφιακές πλατφόρμες, τόνισε όμως ότι υποστηρίζει τη δυνατότητα δημιουργίας ειδικών πλατφορμών για τα ταξί. «Αυτό που υποστηρίζουμε είναι ότι θα πρέπει να υπάρχει μια ενιαία πλατφόρμα σε εθνικό επίπεδο μόνο για τα ταξί, αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει συμφωνία, υπάρχουν πολλά ραδιοταξί και πολλοί άνθρωποι με τις δουλειές τους που δεν θέλουν να παραιτηθούν, και γι’ αυτό δεν θα είναι ποτέ δυνατόν στο εγγύς μέλλον να τους συγκεντρώσουμε όλους σε ένα ενιαίο κέντρο. Θα ήταν όμως απαραίτητο και πολύ ωφέλιμο για τον κλάδο αν συνέβαινε αυτό», δήλωσε.
Ο επικεφαλής της ANTRAL παραδέχτηκε ότι διαφωνεί με την απαίτηση για αντικατάσταση των οχημάτων ταξί μετά από 10 χρόνια, αντί για 16 χρόνια που υποστηρίζει η ένωση, διότι τότε ο κλάδος θα έπρεπε να «αρχίσει να αγοράζει αυτοκίνητα μιας χρήσης», αλλά χαρακτήρισε θετική την υποσχεθείσα παράταση «για άλλα δύο χρόνια», δεδομένης της οικονομικής κρίσης μετά την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Προς το παρόν, ο ίδιος περιμένει ακόμη να «δει τα συστήματα τιμολόγησης» και τα ρυθμιστικά διατάγματα «συγκεκριμένων άρθρων» του νέου νόμου. Δηλώνει επίσης βέβαιος ότι οι «νέες τεχνολογικές λύσεις, από τις ψηφιακές συμβάσεις έως τις ψηφιακές πλατφόρμες, με άμεση κράτηση ή προκράτηση, ανοίγουν πραγματικά ένα ολόκληρο φάσμα οριζόντων».
«Τώρα εξαρτάται από εμάς αν θα μπορέσουμε ή όχι να ασκήσουμε πίεση στις τοπικές και κεντρικές αρχές, οι οποίες εξακολουθούν να μην έχουν διατάγματα για να εφαρμόσουν αυτά τα μέτρα», τόνισε ο Ράμος, επαναλαμβάνοντας ότι πρόκειται για «μια σημαντικότατη νομοθετική πρωτοβουλία για την κινητικότητα, αλλά και για την ανάκτηση μέρους της κερδοφορίας και την παροχή καλύτερων υπηρεσιών στο κοινό».