Οι οδηγοί ταξί του Κέμπριτζ απορρίπτουν τις υποχρεωτικές κάμερες παρακολούθησης
Το φθινόπωρο του 2022, η Επιτροπή Αδειών του Δημοτικού Συμβουλίου του Κέμπριτζ έδωσε το «πράσινο φως» για ένα πρόγραμμα εγκατάστασης συστημάτων CCTV σε όλα τα αδειοδοτημένα οχήματα έως τις 31 Μαρτίου 2024. Οι οδηγοί ταξί της περιοχής, ωστόσο, προειδοποιούν το Συμβούλιο ότι ενδέχεται να προσφύγουν στα δικαστήρια σε περίπτωση που εφαρμοστεί η δαπανηρή πολιτική της εγκατάστασης CCTV σε μια περίοδο αυξημένου κόστους ζωής.
Η απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου σημαίνει ότι όλες οι νέες άδειες και τα υφιστάμενα αδειοδοτημένα οχήματα που πρόκειται να ανανεώσουν τις άδειές τους από την 1η Απριλίου 2023 και μετά θα πρέπει να είναι εξοπλισμένα με CCTV, με στόχο όλα τα αδειοδοτημένα οχήματα να έχουν εγκαταστήσει τα συστήματα αυτά έως τις 31 Μαρτίου 2024.
Οι οδηγοί ταξί που επέζησαν οικονομικά από την πτώση των εσόδων κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού, αντιμετωπίζουν τώρα μια πρόσθετη δαπάνη ύψους 500 λιρών για την εγκατάσταση των συστημάτων.
Για τον λόγο αυτό, μέλη της Ένωσης Οδηγών Ταξί του Κέμπριτζ πραγματοποίησαν διαδήλωση έξω από το Περιφερειακό Συμβούλιο χθες, από τις 8 το πρωί.
Το μέλος της Ένωσης, Μάνιντερ Σινχ, περιέγραψε λεπτομερώς τις ανησυχίες των οδηγών ταξί: «Διαδηλώνουμε ενάντια στις τρέχουσες προτάσεις για εγκατάσταση CCTV στα ταξί του Κέμπριτζ. Το κάνουμε για λόγους ιδιωτικότητας, σεβασμού του εργασιακού περιβάλλοντος και κόστους. Οι οδηγοί ταξί έχουν το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα στα οχήματά τους και αυτό παραβιάζεται εάν υπάρχει συνεχής επιτήρηση. Οι οδηγοί ταξί εξυπηρετούν την κοινότητα, μερικές φορές κάτω από δύσκολες συνθήκες, αλλά η παροχή της υπηρεσίας συνεπάγεται ανεξαρτησία και προσωπικό χώρο. Δεν υπάρχουν γνωστά ζητήματα σχετικά με την ασφάλεια των επιβατών αυτή τη στιγμή.
Υπάρχουν ήδη επαρκή συστήματα παρακολούθησης στο ευρύτερο περιβάλλον. Οποιεσδήποτε αλλαγές στην τρέχουσα πρακτική θα πρέπει να γίνονται μετά από ευρεία διαβούλευση με τους οδηγούς, ως ενδιαφερόμενους φορείς, και με τη συγκατάθεσή τους.
Πιστεύουμε ότι οι τρέχουσες προτάσεις είναι ασεβείς και υπονοούν ότι οι οδηγοί είναι πιθανοί εγκληματίες. Υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία ότι αυτό συμβαίνει. Ως εκ τούτου, οι προτάσεις παραβιάζουν το δικαίωμά μας στην αξιοπρέπεια στην εργασία.
Υπάρχουν επίσης σοβαρές επιπτώσεις από το κόστος. Οι οδηγοί ταξί δεν έχουν υποστηριχθεί από την αρχή αδειοδότησης κατά τη διάρκεια της πανδημίας και οι τρέχουσες προτάσεις θα προστεθούν στα οικονομικά βάρη, σε μια εποχή που δεν έχουμε ακόμη ανακάμψει από τις απώλειες που σχετίζονται με την πανδημία. Πολλά μέλη του κοινού με τα οποία έχουμε μιλήσει είναι επίσης δυσαρεστημένα με την προοπτική να καταγράφονται όταν επιβαίνουν σε ταξί. Ζητάμε με σεβασμό να απορριφθούν αυτές οι προτάσεις».