Δουβλίνο: Οι οδηγοί της Uber φοβούνται ότι μπορεί να οφείλουν ΦΠΑ για τις προμήθειες που καταβάλλουν στην πλατφόρμα
Χιλιάδες οδηγοί ταξί στην Ιρλανδία ζουν σε καθεστώς άγχους και αβεβαιότητας, καθώς δεν γνωρίζουν αν θα κληθούν από τις φορολογικές αρχές να πληρώσουν Φόρο Προστιθέμενης Αξίας για τα ποσά που καταβάλλουν ως προμήθεια στην Uber τα τελευταία πέντε χρόνια.
Το πρόβλημα έγινε γνωστό όταν οι οδηγοί αντιλήφθηκαν ότι η Uber δεν εισπράττει τον φόρο και δεν τον καταβάλλει για λογαριασμό τους, όπως το κάνουν οι ανταγωνιστικές πλατφόρμες Bolt και FreeNow, σύμφωνα με τον Ντέρεκ Ο’Κίφι, επικεφαλής του διαδικτυακού φόρουμ Taxi Drivers Ireland: «Είναι η πρώτη φορά που οι οδηγοί χρειάστηκε να σκεφτούν ότι ενδέχεται να πληρώσουν ΦΠΑ και είναι το μόνο για το οποίο μιλούν αυτή τη στιγμή. Η Uber λειτουργεί στο Δουβλίνο τα τελευταία τέσσερα ή πέντε χρόνια κι αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι ότι πολλοί από τους περισσότερους από 11.000 οδηγούς που συνεργάζονται με την πλατφόρμα ρωτούν τώρα αν υπόκεινται σε ΦΠΑ και αν θα πρέπει να τον καταβάλουν αναδρομικά για τα τελευταία πέντε χρόνια, γεγονός απολύτως τρομακτικό», λέει.
Η άποψη της Uber, η οποία έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της και σε ενημερωτικό έγγραφο που συνέταξε για λογαριασμό της η εταιρεία συμβούλων KPMG, είναι ότι, ενώ οι χρεώσεις για τη μεταφορά επιβατών δεν υπόκεινται σε ΦΠΑ στην Ιρλανδία, οι υπηρεσίες «lead-generation» που παρέχει στους οδηγούς υπόκεινται και συμβουλεύει τους οδηγούς να εγγραφούν και να καταβάλουν οι ίδιοι τον ΦΠΑ.
Το πρόβλημα είναι μεγάλο για τους οδηγούς, καθώς δεν είναι σε θέση να ζητήσουν επιστροφή ΦΠΑ για καύσιμα ή άλλα αγαθά που σχετίζονται με την εργασία τους.
Απαντώντας σε ερώτημα της εφημερίδας The Irish Times, εκπρόσωπος των φορολογικών αρχών της Ιρλανδίας είπε ότι το φορολογικό καθεστώς της χώρας υπόκειται στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο και ότι οι οδηγοί είναι υπεύθυνοι αν ο ΦΠΑ δεν έχει καταβληθεί από έναν πάροχο υπηρεσιών που εδρεύει εκτός του κράτους. Πρόσθεσε, επίσης ότι θα παρακολουθούνται οι φορολογικές δηλώσεις των οδηγών και άλλα στοιχεία προκειμένου να αξιολογηθεί η συμμόρφωσή τους με τη νομοθεσία και όσοι οδηγοί διαπιστωθεί ότι δεν έχουν καταβάλει όλα τα οφειλόμενα δεν θα μπορούν να λάβουν τα πιστοποιητικά φορολογικής ενημερότητας που απαιτούνται για την ανανέωση των αδειών τους.
Ο Στίβεν Φένελ, λογιστής που συνεργάζεται με αρκετούς οδηγούς, εκτιμά ότι τα σχετικά ποσά θα είναι σχετικά μικρά: «Δεν νομίζω ότι οι υποχρεώσεις ΦΠΑ θα είναι μεγάλες, αλλά από τη σκοπιά ενός οδηγού τίθεται το ερώτημα της ταλαιπωρίας που συνεπάγεται η εγγραφή σε καθεστώς ΦΠΑ και η υποχρέωση υποβολής δηλώσεων ΦΠΑ. Αυτό μπορεί να τους κάνει να επανεξετάσουν τη συνεργασία τους με την Uber, διότι το πιθανό κόστος διαχείρισης αυτού του θέματος μπορεί να είναι μεγαλύτερο από την ίδια την καθαρή υποχρέωση», δήλωσε. «Με απασχολεί περισσότερο το ζήτημα γιατί η Uber επιλέγει να μη χρεώνει ΦΠΑ στην Ιρλανδία. Γιατί δεν παίζει με τους ίδιους κανόνες όπως η FreeNow; Αν η Uber χρέωνε απευθείας τους οδηγούς, θα απλοποιούσε τα πράγματα. Η είσπραξη του ΦΠΑ από μία οντότητα, σε αντίθεση με την προσπάθεια είσπραξής του από 2.000, 3.000, 4.000 οδηγούς, θα ήταν ένας διοικητικός εφιάλτης για τους υπαλλήλους της εφορίας, με ίσως μικρή απόδοση».
Ο ίδιος εκτιμά ότι μια τυπική υποχρέωση ΦΠΑ είναι περίπου 300 ευρώ ετησίως, η οποία θα μπορούσε να συμψηφιστεί με τον φόρο εισοδήματος, αλλά επισημαίνει ότι πολλοί οδηγοί μπορεί να πληρώνουν 5.000 ευρώ σε προμήθεια στην Uber κάθε χρόνο, γεγονός που, σε πέντε χρόνια, θα δημιουργούσε υποχρέωση ΦΠΑ ύψους 5.570 ευρώ. «Δεν ξέρουμε καν αν είναι υπόχρεοι», διευκρινίζει, καθώς οι οδηγοί δεν έχουν καν ενημερωθεί για το θέμα και δεν υπήρξε καμία επικοινωνία από την Επιτροπή Εσόδων που να υποδηλώνει ευθύνη. Ο Ο’Κίφι τονίζει ότι προσπαθεί να πάρει διευκρινίσεις είτε από την Uber είτε από τις φορολογικές αρχές, χωρίς αποτέλεσμα.